
Ιστορία
Η ΜΥΘΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΑΣ
Οι κλιματολογικές συνθήκες της Κέας διέφεραν ριζικά από εκείνες των ιστορικών χρόνων. Η αφθονία πηγών νερού είχαν μετατρέψει το νησί σε τόπο οργιώδους βλάστησης με πολύ δροσερό και υγρό κλίμα. Χαρακτηριστικό είναι πως η πρώτη ονομασία που φέρεται να είχε η Κέα ήταν ‘Υδρούσα’. Οι Νύμφες, που στην μυθολογία ήταν νεράιδες, ενσαρκώνοντας το ‘υγρό στοιχείο’, ζούσαν τότε κοντά στις πολυάριθμες πηγές, μέσα στα δάση. Η ξαφνική εμφάνιση ενός λιονταριού διέκοψε αυτή την περίοδο της ευημερίας. Καταδίωξε τις Νύμφες και αυτές έντρομες για να σωθούν κατέφυγαν στα βόρεια παράλια του νησιού. Άμεσες και συνάμα ολέθριες για το νησί ήταν οι συνέπειες της εκδίωξης των Νυμφών. Αποτέλεσαν την απαρχή της κυριαρχίας στον τόπο του λαμπρότερου άστρου του ουράνιου θόλου, του ‘Σείριου’, που κατά τις θερμότερες μέρες του χρόνου κατέκαιε με τις φοβερές του ακτίνες τη κυκλαδική γη και ειδικότερα της Κέας. Τα υδάτινα αποθέματα περιορίστηκαν απελπιστικά, ακολούθησε περίοδος παρατεταμένης ξηρασίας και η βλάστηση συρρικνώθηκε. Ήταν η ‘θεία μήνις’ για την εκδίωξη των Νυμφών, αυτών των θεϊκών πλασμάτων από τον ζωτικό τους χώρο.
Οι τελικοί αποδέκτες των συνεπειών δεν μπορούσαν να μείνουν άπραγοι. Έτσι λοιπόν οι κάτοικοι του νησιού αναζήτησαν βοήθεια στο γιο του θεού Απόλλωνα και της Νύμφης Κυρήνης, που ζούσε στη Θεσσαλία, τον ημίθεο Αρισταίο. Εκείνος ανταποκρινόμενος έφτασε στην Κέα, επικεφαλής Αρκάδων εποίκων, και καθιέρωσε στην ψηλότερη κορυφή του νησιού, θυσίες προς εξευμενισμό των θεών. Οι ενέργειές του απέδωσαν. Η ξηρασία περιορίστηκε σημαντικά και καθιερώθηκαν οι ετήσιοι βόρειοι δροσεροί άνεμοι το καλοκαίρι γνωστοί ως ‘μελτέμια’. Λέγεται επίσης πως ο Αρισταίος οργάνωσε υποδειγματικά την γεωργία και την κτηνοτροφία, την μελισσοκομία και την καλλιέργεια της ελιάς.
Επίσης μύθος συνυφασμένος με την προέλευση της ονομασίας ‘Κέας’ του νησιού πηγάζει από την προϊστορική εγκατάσταση Λοκρών εποίκων από την Ναύπακτο με επικεφαλής τον ήρωα Κέω, επίσης γιο του Απόλλωνα και της Νύμφης Ροδοέσσης.
ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ
Στη βραχώδη χερσόνησο ‘Κεφάλα’, μεταξύ των κόλπων Αγίου Νικολάου και Οτζιά βεβαιώνεται η ύπαρξη του πρώτου οργανωμένου οικισμού στην Κέα και χρονολογείται περί το 3300 – 3200 π.Χ. Λίγο νοτιότερα, στην χερσόνησο της Αγίας Ειρήνης, αρχίζει να αναπτύσσεται η φυσική εξέλιξη του αυτόχθονα πολιτισμού της Κεφάλας, η οποία συνέβαλε αποφασιστικά για πάνω από χίλια πεντακόσια χρόνια στην ιστορία του πρώιμου πολιτισμού του Αιγαίου πελάγους.
Περί το 2500 π.Χ, περίοδο ακμής του Κυκλαδικού πολιτισμού, οι κάτοικοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία, τη γεωργία, την αλιεία αλλά και τη καλλιτεχνική δημιουργία.
Μετά το 2000 π.Χ ισχυροποιείται και οχυρώνεται ο κεντρικός οικισμός. Πλέον ο γηγενής πολιτισμός υποχωρεί υπέρ του μινωικού και το κρητικό στοιχείο στην ζωή του τόπου είναι εμφανής. Αργότερα η Κέα θα αποτελέσει κόμβο επικοινωνίας και διαμεσολάβησης του Μυκηναϊκού και του Μινωικού πολιτισμού.
ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Προς το τέλος του 4ου αι. στην Κέα ολοένα και αρχίζει να εξασθενεί ο θεσμός των πόλεων – κρατών. Σε μία περίοδο αδυναμίας για προστασία από πειρατικές και βαρβαρικές επιδρομές ενδίδει στην αποδοχή της κυριαρχίας των ισχυρών προστατών – δυναστών της εποχής.
Στα μέσα του 2ου αι. π.Χ τα αλλεπάλληλα πλήγματα, από τις πειρατικές επιδρομές, αλλά και οι ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις σε οικονομική ισχύ και διοίκηση οδηγούν τις πόλεις ‘Ποιήσσα’ και ‘Κορησσία’ στην προσάρτησή τους στις ‘Καρθαία’ και ‘Ιουλίδα’ αντίστοιχα. Η Ρώμη πλέον κυριαρχεί στον Ευρωπαϊκό χώρο και οι Κείοι συνεργάζονται με τους Αθηναίους πασχίζοντας να διατηρήσουν την αυτονομία και την ταυτότητα τους. Παρ’ όλα αυτά, λίγα χρόνια πριν την γέννηση του Χριστού οι Κείοι συμπράττουν με το Ρωμαίο Πομπήιο στον αγώνα του κατά του Καίσαρα ως πράξη ευγνωμοσύνης για τα καίρια πλήγματα που κατάφερε ενάντια στην πειρατική μάστιγα. Από τότε περίπου ξεκινάει η κοινή πορεία με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Κατά τον 1ο και 2ο μ.Χ. αιώνα το νησί έζησε σε συνθήκες σχετικής ηρεμίας.
Η παρακμή της Αυτοκρατορίας τον 3ο αι. μ.Χ. παρασύρει και την Κέα σε μαρασμό. Τον 4ο αι. η αβεβαιότητα από τις συνεχόμενες συμφορές προκαλούν συρρίκνωση του πληθυσμού και τη βυθίζουν στην πολιτική αφάνεια. Η αρχαία Καρθαία καταστρέφεται και η Ιουλίδα απομένει το μόνο πολιτικό κέντρο του νησιού.
Οι Κείοι ανέκαθεν έτρεφαν μεγάλη εκτίμηση μπροστά στις έννοιες της λιτότητας και της αυτάρκειας του ανθρώπινου βίου. Χαρακτηριστικό τεκμήριο αυτού αποτελούν οι συγκλονιστικές ενδείξεις ύπαρξης τοπικών εθίμων και κανόνων όπως αυτός του εκούσιου θανάτου των γερόντων, με λήψη κώνειου, όταν υπερέβαιναν ένα συγκεκριμένο όριο ηλικίας. Στην ιστορική μνήμη έμεινε ανεξίτηλο, ως το ‘Κείον Νόμιμον’.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΕΩΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ
Κατά τα Βυζαντινά χρόνια έχουμε την πρώτη αναφορά του νησιού ως Κέα (αντί Κέως). Από τον 7ο αι. και μετά το λιμάνι του Αγίου Νικολάου εξακολουθεί να παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στη ναυσιπλοΐα παρ’ όλες τις επιδρομές που εξακολουθεί να υφίσταται. Τον 9ο αι. το νησί ήδη ελέγχεται από τον βυζαντινό στόλο.
Πλέον η Ιουλίδα αποτελεί τον κύριο οικιστικό χώρο. Από τον 12ο αι. γίνονται αισθητά σημάδια ανάκαμψης, κυρίως μέσα από την αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας και πιο συγκεκριμένα της ναοδομίας, αναδεικνύοντας παράλληλα σπουδαίους μαστόρους και ναοδόμους.
Λίγο νωρίτερα και συγκεκριμένα το 1207, μετά από ένδοξο αγώνα και δύο διαδοχικές εισβολές, το νησί καταλαμβάνεται από τους Φράγκους. Αμέσως διαιρείται σε τέσσερα κομμάτια και δίδεται σε ισάριθμους Ενετούς ευγενείς. Το νησί εξακολούθησε να ταλαιπωρείται από αλλεπάλληλες προσπάθειες επανάκτησης και από πειρατικές επιδρομές. Συνειδητοποιώντας την αμυντική ανεπάρκεια λόγω έλλειψης οχυρωματικών έργων, ο ενετός ηγεμόνας Δομ. Μικέλης έχτισε το πρώτο κάστρο στη θέση Ακρόπολη της αρχαίας Ιουλίδας. Η αμυντική λειτουργία μπορεί να βελτιώθηκε αλλά δεν κατάφερε να περιορίσει την δράση των πειρατών.
Η αδιάκοπη εναλλαγή εξουσιών των Φράγκικων οίκων για 3,5 αιώνες και η ολοένα και αυξανόμενη δράση ληστοσυμμοριών οδήγησαν την Κέα σε μαρασμό ώστε το 1470 να αριθμεί 200 κατοίκους. Αποτέλεσμα της εξουθένωσης του νησιού ήταν η κατάληψης του από τους Τούρκους το 1537 και η εδραίωσή τους 29 χρόνια μετά. Η τουρκική διοίκηση ήταν τότε ιδιαίτερα ανεκτή και με ενέργειές της ενθάρρυνε Αλβανούς εποίκους να ενισχύσουν τον μικρό πληθυσμό του νησιού. Τα προβλήματα από την πειρατεία και τους αλλεπάλληλους Ενετοτουρκικούς πολέμους που λάμβαναν χώρο στο ευρύτερο περιβάλλον των θαλασσών οδήγησαν στην καταστροφή ενός μεγάλου μέρους του νησιού από μια Τουρκική αρμάδα το 1668 (όταν ο ντόπιος πληθυσμός υποστήριξε τους Ενετούς). Άμεσο αποτέλεσμα αυτού τα μόνο 400 εναπομείναντα σπίτια στο τέλος του πολέμου.
Στη σχετική ειρήνη που ακολούθησε και κατόπιν παραχώρησης σημαντικών διοικητικών προνομίων από την τούρκικη εξουσία τέθηκαν οι βάσεις για μια νέα και λαμπρότερη σελίδα στην ιστορία του τόπου. Η ‘Κοινότης της Νήσου Ζίας’ είναι πλέον γεγονός και με αυτόνομη τοπική αυτοδιοίκηση πασχίζει να διευρύνει τον πολιτικό της ρόλο (μόνο η επικύρωση των αποφάσεων γινόταν από τις τουρκικές αρχές). Ο πληθυσμός σταθεροποιείται πλέον στους 3000 κατοίκους καθ’ όλη την περίοδο του 18ου αι. φτάνοντας μάλιστα και τους 5000 λίγο μετά το 1780.
Στα τέλη του 18ου αι. έως τις αρχές του 19ου η Κέα άρχιζε δειλά δειλά να ενστερνίζεται την ιδέα της αντίστασης στον τουρκικό ζυγό. Η πρώτη ευκαιρία δόθηκε όταν ο θαλασσομάχος Λάμπρος Κατσώνης έκανε ορμητήριό του το λιμάνι του Αγίου Νικολάου στις επιχειρήσεις του κατά των τουρκικών πλοίων (1789). Επιπλέον το νησί διάθεσε επιφανή ‘τέκνα’ στους κόλπους της Φιλικής Εταιρίας (1817-1818). Έτσι λοιπόν δεν άργησε να επιβεβαιωθεί για άλλη μια φορά η φήμη της σαν ‘μουρτάτ – αντασί’, ‘το νησί των άπιστων’, μία ονομασία που αποδεικνύει το ανυπότακτο και αδούλωτο φρόνημα των κατοίκων της.
ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΝΕΩΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ
Η Κέα δεν άργησε να εισχωρήσει στον επαναστατικό αγώνα και έτσι το Πάσχα του 1821 ο ιερέας και Φιλικός Αθανάσιος Χωματιανός ύψωσε την σημαία του αγώνα. Μεγάλη ήταν η συμμετοχή του νησιού στον επαναστατικό αγώνα. Μεγάλος αριθμός Κείων αγωνιστών ενσωματώθηκαν στα μέτωπα της Ακροπόλεως, της Τριπολιτσάς, της Κορίνθου, της Καρύστου, του Μεσολογγίου κ.α. Η κοινότητα τροφοδοτούσε τον αγώνα με πάσης φύσεως πόρους (όπλα, χρήματα, φαγητό) και οι συνέπειες δεν άργησαν να πλήξουν το νησί. Η εισροή χιλιάδων προσφύγων από την κατεστραμμένη Χίο επέφεραν επιδημία πανώλης σκοτώνοντας 2000 άτομα, ενώ και η παραμονή του στρατεύματος των Λιάπηδων, με επικεφαλή τον οπλαρχηγό Βάσο Μαυροβουνιώτη, προκάλεσε μεγάλες συμφορές αφού συμπεριφέρθηκαν στους κατοίκους σαν ‘επιδρομείς’.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, η Κέα καθιερώθηκε ως το κατ’ εξοχήν γεωργοκτηνοτροφικό νησί των Κυκλάδων ενώ ήταν γνωστή για τα περίφημα προϊόντα που παρήγαγε όπως βελανίδι, κριθάρι, κρασί, μέλι, κρέατα και γαλακτοκομικά. Η κατασκευή του εργοστασίου ‘εμαγιέ και μεταλλοτεχνίας’ το 1927 διεύρυνε πρόσκαιρα τις παραγωγικές βάσεις του νησιού.
Ο πληθυσμός της Κέας παρέμεινε στα επίπεδα των 5000 κατοίκων για ενάμιση περίπου αιώνα. Αυτοί με την σειρά τους συγκρότησαν βαθμιαία την σύγχρονη κοινωνική και αρχιτεκτονική της φυσιογνωμία. Παρά τον υποτριπλασιασμό του πληθυσμού, τα τελευταία 40 χρόνια, παραμένει ένα νησί με βαριά ιστορική και πολιτισμική κληρονομιά. Ο φυσικός και υλικός πλούτος του το αποχαρακτηρίζει σιγά-σιγά από τον γεωργικό-κτηνοτροφικό του χαρακτήρα και το εντάσσει σε μία νέα τροχιά, τουριστική, σηματοδοτώντας τους σύγχρονους φορείς ανάπτυξής του.
• Μορφοβασίλης Άγγελος [2008], Ερευνητική Εργασία με θέμα: »Χωροταξική ταυτότητα και χωροθέτηση δραστηριοτήτων με χρήση Γ.Σ.Π – μελέτη περίπτωσης νήσου Κέας» Πάτρα: Πανεπιστήμιο Πατρών
Ιστορικά πρόσωπα
Πρόδικος ο Κείος
• Ποιος ήταν ο Πρόδικος και τι είναι η σοφιστική
Ο Πρόδικος ήταν ονομαστός σοφιστής, σύγχρονος και του Πρωταγόρα, από τη Κέα. Με τον όρο σοφιστής εννοείται στην αρχαιότητα ο εκπρόσωπος της σοφιστικής κίνησης, δηλαδή ο επ’ αμοιβή διδάσκαλος της ρητορικής, της εριστικής και της πολιτικής τέχνης, καθώς επίσης της φιλοσοφίας, της λογικής και των επιστημών. Εισήγαγαν στην φιλοσοφία τον ανθρωποκεντρισμό και τη γνωσιολογία, εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο τη δυνατότητα του ανθρώπου να γνωρίσει τον υλικό κόσμο μέσω της σύγκρισης, της παρατήρησης και της επαγωγής, απαλλαγμένο από την επέμβαση υπερφυσικών παραγόντων.
• Η διδασκαλία του
Στην διδασκαλία του, που του προσπόριζε άφθονα χρήματα, ιδιαίτερο ρόλο έπαιζαν οι γλωσσικές έρευνες. Τέτοια ενδιαφέροντα εμφανίζονται και στον Δημόκριτο και τον Πρωταγόρα, όμως ο Πρόδικος τα προώθησε κυρίως προς την κατεύθυνση της έρευνας των συνωνύμων. Η συχνά εξεζητημένη προσπάθειά του να ανακαλύψει διαφορές ανάμεσα σε σημασιολογικά συγγενείς λέξεις, πήγαινε παράλληλα με τη διάκριση των εννοιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αυτήν την αλληλουχία εμφανίζεται το ρήμα διαιρεῖν, γιατί πραγματικά η δραστηριότητα του Πρόδικου προετοιμάζει εκείνη τη διαίρεση, που έγινε σημαντικό μεθοδικό όργανο της Πλατωνικής Ακαδημίας. Στόχος του Πρόδικου δεν ήταν απλώς η ακρίβεια στη διατύπωση, μέσα από την αναζήτηση των λεπτών διαφορών των συνωνύμων, αλλά η φιλοσοφική διάκριση των εννοιών.
Ακόμα, ο Πρόδικος πρέπει να διατύπωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα θεωρία για τη γένεση της θρησκείας, σύμφωνα με την οποία οι θεοί είναι δημιουργήματα του ανθρώπου και εξελίσσονται όσο εξελίσσεται και ο ανθρώπινος πολιτισμός.
• Λίγα λόγια για τον Πρόδικο
Ο Πρόδικος κατάγεται από την ιωνική περιοχή, από την Ιουλίδα της Κέας, όπου γεννήθηκε σύμφωνα με μία πιθανή άποψη ανάμεσα στα 470 και 460. Ξέρουμε ότι καμιά φορά αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της πατρίδας του στην Αθήνα, πράγμα που χωρίς αμφιβολία του έδινε την ευκαιρία να διδάσκει. Κατά τα άλλα την εικόνα του ανθρώπου την έχουμε από το πλατωνικό Πρωταγόρα, όπου σκεπασμένος προσεχτικά με πολλές κουβέρτες, διδάσκει από το κρεβάτι, σαν ένας σοφός που δεν επιζητούσε την δημοσιότητα στον ίδιο βαθμό με τους συναδέλφους του. Με αυτή την εικόνα συμφωνεί το ότι τα φωνητικά του μέσα (η βαριά του φωνή) ήταν ανεπαρκή και έχουμε πληροφορίες για λόγους του που τους διάβαζε, δεν έχουμε όμως για το ότι αυτοσχεδίαζε. Σύμφωνα με την Απολογία του Πλάτωνα φαίνεται ότι ζούσε ακόμα την εποχή της δίκης του Σωκράτη.
Θαυμαζόταν για την ευστοχία των παραβολών του και για τη σοφία του, γι΄ αυτό τον αποκαλούσαν σοφό. Οι Αθηναίοι χρησιμοποιούσαν την έκφραση «Προδίκου σοφώτερος», για όσους διακρίνονταν για τη σοφία τους.
ΑΝΝΑ-ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΜΑΘΗΤΡΙΑ Α΄ ΛΥΚΕΙΟΥ
Σιμωνίδης ο Κείος
Ο Σιμωνίδης ο Κείος γεννήθηκε στην Ιουλίδα της Κέως το 556 π.Χ. και πέθανε σε μεγάλη ηλικία το 468 π.Χ. Στην Κέα διδάχθηκε ποίηση και μουσική καθώς και συνέταζε παιάνες προς τον Απόλλωνα. Είχε ιωνική καταγωγή η οποία διαφαίνεται από την όλη προσωπικότητά του και από τις μορφές της ποιήσεως που καλλιέργησε. Συνέθεσε αρκετά έργα όλων των ειδών της λυρικής ποίησης, ελεγείες, χορικά ποιήματα, ιδιαίτερα θρήνους και τις επινίκιες ωδές για αθλητές.
Λυρική ποίηση είναι η ποίηση που τραγουδιόταν, είτε από ένα άτομο είτε από ομάδα τραγουδιστών, με συνοδεία λύρας αρχικά και στη συνέχεια με άλλα μουσικά όργανα, όπως ο αυλός, η κιθάρα, η φόρμιγγα και άλλα. Γεννήθηκε από την ανάγκη του ανθρώπου να εκφράσει ελεύθερα τα συναισθήματα και τις ιδέες του.
Ωστόσο ο Σιμωνίδης ξεχωρίζει για τα επιγράμματά του. Δύο από τα γνωστότερα είναι το επίγραμμα για τους πεσόντες των Θερμοπυλών:
«Ω ΞΕΙΝ’, ΑΓΓΕΛΕΙΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΟΙΣ ΟΤΙ ΤΗΔΕ ΚΕΙΜΕΘΑ ΤΟΙΣ ΚΕΙΝΩΝ ΡΗΜΑΣΙ ΠΕΙΘΟΜΕΝΟΙ»
(= Διαβάτη, μήνυμα να πας στους Λακεδαιμονίους: σ’ αυτήν εδώ τη γη πέσαμε και κειτόμαστε στο νόμο τους πιστοί)
και του Μαραθώνα:
«ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΜΑΧΟΥΝΤΕΣ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΜΑΡΑΘΩΝΙ ΧΡΥΣΟΦΟΡΩΝ ΜΗΔΩΝ ΕΣΤΟΡΕΣΑΝ ΔΥΝΑΜΙΝ»
(= Υπέρ των Ελλήνων οι Αθηναίοι μαχόμενοι στο Μαραθώνα συνέτριψαν τη δύναμη των χρυσοφόρων Μήδων).
Το επίγραμμα είναι λογοτεχνικό είδος που γεννήθηκε από την ανάγκη να κρατηθεί ζωντανή η μνήμη του νεκρού με την έμμετρη επιγραφή που χαρασσόταν στους τάφους και τα αναθήματα (= αφιερώματα στους θεούς).
Ο Σιμωνίδης ο Κείος ήταν θείος του Βακχυλίδη και τον περισσότερο χρόνο της ζωής του τον πέρασε στην Αθήνα, στη Θεσσαλία, στον Ακράγαντα και τις Συρακούσες. Αποτελεί ξεχωριστό δείγμα πνευματικού ανθρώπου και ευαίσθητου ποιητή. Πολύ νέος δίδαξε χορό στο ιερό του Απόλλωνος στην Καρθαία της Κέας και έγραψε επινίκια για πολλούς αθλητές των πανελληνίων αγώνων. Κατά τη διάρκεια των περσικών πολέμων, έγινε ο υμνητής των ελληνικών νικών. Αναμφίβολα, τα ποιήματά του για τον πόλεμο εναντίον των βαρβάρων ενίσχυσαν σημαντικά τον ελληνικό εθνικό πατριωτισμό.
Ο λυρικός αυτός ποιητής έχει διάθεση φιλοσοφική και ματιά διεισδυτική. Γνωρίζει καλά τη ζωή και τον άνθρωπο. Για αυτό το λόγο οι επόμενες γενιές είδαν στο Σιμωνίδη περισσότερο ένα σοφό και λιγότερο ένα ποιητή. Σε αυτόν ανήκει η περίφημη ρήση «η ποίηση είναι ζωγραφική που μιλά, η ζωγραφική είναι ποίηση που σωπαίνει». Η επίδραση του Σιμωνίδη ήταν σημαντική. Ο Ξενοφώντας και ο Πλάτωνας τον αναφέρουν συχνά. Ο Σιμωνίδης ανήκει στους μεγάλους τεχνίτες του λόγου που ξέρουν να συγκινούν με δύναμη και διάρκεια.
Ο Σιμωνίδης περιγράφει τις μεταβολές των ανθρώπων:
ΑΛΙΚΗ ΠΑΠΑΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΜΑΘΗΤΡΙΑ Α΄ ΛΥΚΕΙΟΥ